Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, στις ακτές του Ιονίου. Η περιοχή αποτελούσε την διοικητική πρωτεύουσα του Φραγκικού κράτους της Πελοποννήσου, του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Απομεινάρι αυτής της περιόδου είναι το εντυπωσιακό κάστρο Χλεμούτσι, στο οποίο οφείλει και την ονομασία του ο δήμος. Αποτελείται από 4 δημοτικά διαμερίσματα το Κάστρο, την Κυλλήνη, το Νεοχώρι και την Κάτω Παναγιά, καταλαμβάνει έκταση 49,3 km2 και έχε συνολικό πληθυσμό 4.486 κατοίκους.
Η Κυλλήνη αποτελεί ένα από τα δύο λιμάνια της Ηλείας. Οφείλει το όνομά της στην ομώνυμη πόλη της Αρχαίας Ηλείας που απείχε 120 στάδια από την Ήλιδα και ήταν το επίνειό της. Η Κυλλήνη είναι γνωστή και για τα ιαματικά λουτρά της.
Τα ιαματικά λουτρά της Κυλλήνης απέχουν 9 χιλιόμετρα από την κωμόπολη και βρίσκονται μέσα σε φυσικό δάσος. Τα λουτρά υπάρχουν από την αρχαιότητα και έχουν βρεθεί εγκαταστάσεις ρωμαϊκών χρόνων.
Η περιοχή έχει κατοικηθεί από την παλαιολιθική εποχή, η πρώτη γραπτή μαρτυρία είναι από τον Όμηρο ο οποίος μας λέει για τον φόνο του Ώτου του Κυλλήνιου, αρχηγού των Επειών κατά τον Τρωικό πόλεμο από τον Πολυδάμα. Σύμφωνα με τον Παυσανία ιδρύθηκε από Αρκάδες που μετανάστευσαν εδώ από την περιοχή του όρους Κυλλήνη και ήταν επίνειο της αρχαίας Ολυμπίας 120 στάδια (23 χιλιόμετρα) απόσταση από αυτή. Είχε ιερά του Ασκληπιού της Αφροδίτης και άγαλμα του Ερμή το οποίο ήταν ένας όρθιος Φαλλός πάνω σε βάθρο, ο Ερμής ήταν ο προστάτης της πόλης και η λατρεία ήρθε μαζί με του Αρκάδες οικιστές αφού ο θεός είχε γεννηθεί στο όρος Κυλλήνη, Ο Φαλός είχε φτιαχτή από τον Κολώτη μαθητή του Φειδία. Μας αναφέρει μάλιστα πως ήταν στραμμένη προς την Σικελία.
Το 1204 οι φράγκοι ανακατασκευάζουν το αρχαίο λιμάνι και δημιούργησαν μια νέα πόλη την Γλαρέτζα. Η Γλαρέτζα έφτασε σε μεγάλη ακμή και ήταν από τα μεγαλύτερα λιμάνια της μεσογείου. Το 1428 πέρασε σαν προίκα στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον τελευταίο βυζαντινό αυτοκράτορα, ο οποίος όμως το 1432 θα την γκρεμίσει εκ θεμελίων για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των πειρατών. Από τότε η περιοχή ήταν μικρός οικισμός μέχρι την απελευθέρωση που εποικίστηκε από επτανήσιους και βοσκούς και αργότερα από πρόσφυγες Μικρασιάτες.
Κάστρο Χλεμούτσι
Το κάστρο χτίστηκε εξαρχής από τους Φράγκους και ονομάστηκε Clermont που στα Ελληνικά έγινε Χλεμούτσι. Αργότερα πήρε την ονομασία Tornese, επειδή θεωρήθηκε πως σε αυτό βρισκόταν το περίφημο φράγκικο νομισματοκοπείο των τορνέσιων νομισμάτων.
Το κάστρο του Χλεμουτσίου χτίστηκε από το Γοδεφρείδο Β' Βιλλεαρδουίνο με τα δημευθέντα εισοδήματα των μοναστηριών του Μορέως του λατινικού κλήρου. Όπως σημειώνει ο ΒΟΝ, οι ανασκαφικές έρευνες το 1962 από τον SERVAIS επιβεβαιώνουν όχι οι τοίχοι του βρίσκονται πάνω σε προϊστορικά ίχνη. Ο Γοδεφρείδος Β' με αφορμή ότι οι κληρικοί βαρώνοι της Πελοποννήσου δεν προθυμοποιήθηκαν να τον βοηθήσουν να υποτάξει και τα λοιπά μέρη της χώρας της Πελοποννήσου (Μονεμβασιά κ.λπ.) προχώρησε στη δήμευση των περισσοτέρων εκκλησιαστικών κτημάτων του λατινικού κλήρου και έκτισε με τα χρήματα τους στην κορυφή του ακρωτηρίου Χελωνάτα το περίφημο φράγκικο φρούριο Χλεμούτσι, που ονομάζονταν από τους Φράγκους Mata -Grigfon (μάτι που επιβλέπει τους Γραικούς Έλληνες).
Η θέση που επιλέχθηκε για την ίδρυση του νέου κάστρου ήταν στρατηγική, είναι χτισμένο στο δυσμικότερο μέρος της Πελοποννήσου κι ακριβώς στο ψηλότερο και κεντρικότερο σημείο του Χελωνάτα (υψόμετρο 250). Από την κορυφή του λόφου το Χλεμούτσι προστάτευε το φημισμένο εμπορικό λιμάνι της Γλαρέντζας και την πρωτεύουσα του πριγκιπάτου Ανδραβίδα, εξασφαλίζοντας τον έλεγχο της περιοχής που αποτέλεσε το κέντρο των φράγκικων κτήσεων στο Μοριά, η οποία γνώρισε ιδιαίτερη ακμή και αίγλη κατά την εποχή των Βιλλεαρδουίνων.
Κατά την ταραγμένη περίοδο που ξεκινά μετά το θάνατο του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου και διαρκεί όλο το 14ο αιώνα οδηγώντας στη σταδιακή παρακμή του φράγκικου πριγκιπάτου, το Χλεμούτσι γίνεται αντικείμενο διεκδικήσεων μεταξύ διαφόρων ευγενών. Το κάστρο αυτό είχε χρησιμεύσει και ως φυλακή πριγκίπων και άλλων αξιωματούχων. Εδώ φυλακίστηκε και πέθανε η τελευταία απόγονος των Βίλλεαρδουίνων Μαργαρίτα της Άκοβας, επειδή θεωρήθηκε υπαίτια για τη διεκδίκηση του Μοριά από τους Καταλανούς, οι οποίοι κατέκτησαν για μικρό διάστημα το κάστρο στα 1315.
Στις αρχές του 15ου αιώνα το κάστρο περνά στην κατοχή του Καρόλου Τόκκου, κόμη της Κεφαλονιάς και δεσπότη της Ηπείρου. Το 1427 περιήλθε ειρηνικά στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο μετά το γάμο του με την κόρη του Τόκκου και αυτός το χρησιμοποίησε ως στρατιωτικό και διοικητικό του κέντρο προετοιμάζοντας την επίθεση στην Πάτρα.Το κάστρο παρέμεινε σε χρήση μέχρι τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, περνώντας από τα χέρια των Τούρκων (1460-1687, 1715-1821) και των Βενετών (1687-1715). Φαίνεται όμως πως ήδη μετά το τέλος της Φραγκοκρατίας άρχισε να χάνει σταδιακά το σημαντικό του ρόλο στην άμυνα της περιοχής.
Οι Έλληνες και οι Βενετοί δεν πραγματοποίησαν καθόλου εργασίες στο κάστρο, ενώ οι Τούρκοι εκτέλεσαν μικρής έκτασης επεμβάσεις για την ενίσχυση του. Σημαντική καταστροφή υπέστη μέρος του κάστρου κατά το βομβαρδισμό από τον Ιμπραήμ το 1825. Σήμερα το Χλεμούτσι, που η αρχική του μορφή δεν υπέστη σημαντικές μεταγενέστερες επεμβάσεις, διατηρεί έντονο το φράγκικο χαρακτήρα του και είναι από τα σημαντικότερα και πιο καλοδιατηρημένα κάστρα του ελληνικού χώρου.
Το κάστρο αποτελείται από δύο περιβόλους. Ο εξωτερικός περίβολος έχει σχήμα πολυγωνικό. Στην περίμετρο των τειχών του διατηρούνται ερείπια κτιρίων που ανήκουν στην αρχική κατασκευή του 13ου αιώνα, ενώ στο εσωτερικό του σώζονται ίχνη κτισμάτων, από τα οποία επιμελέστερης κατασκευής είναι ένα τουρκικό τζαμί.
Στις επεμβάσεις που έγιναν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ανήκει η σημερινή διαμόρφωση της κύριας εισόδου, των επάλξεων και των τριών πύργων της δυτικής πλευράς του περιβόλου. Στο νοτιοανατολικό άκρο του υψώνεται ο εξαγωνικός εσωτερικός περίβολος που αποτελείται από σειρά θολωτών αιθουσών γύρω από μια μεγάλη κεντρική αυλή. Οι περισσότερες από τις αίθουσες ήταν αρχικά διώροφες και θερμαίνονταν με τζάκια, παρόμοιας μορφής με εκείνα των κτιρίων του εξωτερικού περιβόλου. Μορφολογικά στοιχεία όπως οι υψηλοί ημιελλειψοειδείς θόλοι που στεγάζουν τις αίθουσες και τα χαμηλωμένα ή ελαφρώς οξυκόρυφα τόξα των ανοιγμάτων μαρτυρούν τη δυτική καταγωγή των ιδρυτών του κάστρου.
Ιστορικό του κάστρου χλεμουτσίου - Χρονολογικός Πίνακας
1220-1223
Ίδρυση του Κάστρου Γοδεφρείνος Β' Βιλλεαρδουίνος
1315
Φερδινάνδος της Μαγιόρκας
1316
Στον Λουδοβίκο της Βουργουνδίας
1364
Μαρία των Βουρβώνων, σύζυγος του επίτιμου Αυτοκράτορα Ροβέρτο του Τάραντα
1391
Το κατέχουν οι Ναβαρέζοι του Πέτρο Ντε Σαν Σουπεράν με διοικητή τον Barth de Bouvin
1404
Το κατέλαβε ο Κάρολος Τόκος και εγκατέστησε εκεί τον αδελφό του Λεονάρδο Τόκο
1427-1432
Κων/νος Παλαιολόγος, που το πήρε ως προίκα όταν παντρεύτηκε την κόρη του Λεοντάρδου Τόκου και ανηψιά του Καρόλου Τόκου
1432
Θωμάς Παλαιολόγος ύστερα από ανταλλαγή με τα Καλάβρυτα που τα πήρε 0 Κων/νος Παλαιολόγος(αδελφός)
1460
Στους Τούρκους με τον Ζαγανό Πασά
1471
Στους Βενετούς (Ενετούς)
1474-1687
Στους Τούρκους
1687-1715
Στους Βενετούς
1715-1821
Στους Τούρκους
1826
Βομβαρδισμός από Ιμπραήμ
Κυλλήνη - Γλαρέντζα
Πόλη της αρχαίας Ηλείας, επίνειο της Ήλιδας από την οποία απέχει 20 στάδια (25 χιλιόμετρα). Κτίσθηκε από αποίκους Αρκάδες προερχόμενοι από την ορεινή Αρκαδία και συγκεκριμένα από το όρος Κυλλήνη. Οι αρχαίοι πίστευαν πως στο βουνό αυτό γεννήθηκε ο Ερμής και εκεί τελούσαν τη λατρεία του. Στο ίδιο μέρος λάτρευαν επίσης τον Πάνα και τη Νύμφη Κυλλήνη, τροφό του Ερμή. Οι Αρκάδες λοιπόν που εγκαταστάθηκαν στην παραλία αυτή, έκτισαν την πόλη Κυλλήνη και έφεραν την λατρεία του Ερμή, του Ασκληπιού και της Αφροδίτης, κατά την επιφανή μαρτυρία του πρώτου τουριστικού δημοσιογράφου της αρχαιότητας Παυσανία.
Επί Φραγκοκρατίας, πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης Κυλλήνη κτίσθηκε από τον Γοδεφρείδο Α' Βιλλεαρδουίνο η παραθαλάσσια πόλη που ονομάσθηκε Κλαιρμόν, Κιαράτοα, Κλαρέντζα ή Γλαρέντζα. Η Γλαρέντζα και το κάστρο Χλεμουτσίου είναι αλληλένδετα και υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Η μεν Γλαρέντζα είναι η ακμάζουσα πολιτεία, το δε Χλεμούχσι το διοικητικό κέντρο, η στρατιωτική βάση και η κατοικία των πριγκίπων της Αχαΐας και των αξιωματούχων της. Η Γλαρέντζα, αρχικά λεγότανε «Άγιος Ζαχαρίας». Υπήρξε μεταξύ των εμπορικών κέντρων και λιμανιών της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Γλαρέντζα είχε δικά της μέτρα και σταθμά καθώς και νομισματοκοπείο (που λειτουργούσε στο κάστρο) Η άδεια για την ίδρυση νομισματοκοπείου δόθηκε το 1249 από τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Θ' στον Πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο. Tα νομίσματα λεγόταν «τορνήσια» (tornese), και ήταν νόμισμα διεθνούς εμπιστοσύνης. Η οικονομική και εμπορική ανάπτυξη της Γλαρέντζας και ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της αλλά και η κίνηση του λιμανιού της, ήτανε το κίνητρο, ώστε μεγάλες και ονομαστές τράπεζες της δύσης να ιδρύσουν καταστήματά τους, όπως οι τράπεζες ΑΤΖΑΓΙΩΛΗΝ-ΠΕΤΡΟΥΤΣΙ κ.ά., δάνειζαν δε ακόμη χους Ανδεγαβούς και Άγγλους βασιλιάδες.
Η Γλαρέντζα ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα (μετά το 1210) και τον 15ο αιώνα εξελίχθηκε σε πρωτεύουσα της περιοχής, διαδεχόμενη την Ανδραβίδα. Αλλά και πριν να ανακηρυχθεί πρωτεύουσα, οι συνεδριάσεις των βαρόνων του πριγκιπάτου γίνονταν και στις δύο πόλεις (Ανδραβίδα - Γλαρέντζα). Η πολιτεία της Γλαρέντζας, είχε τη μεσαιωνική εποχή μεγάλη σημασία και χαρακτηρίζεται στο χρονικό του Μορέως σαν «η χώρα η λαμπρότερη στον κάμπο του Μορέως».
Από το λιμάνι της Κυλλήνης περνούσε όλη η εμπορική δραστηριότητα του πριγκιπάτου. Προϊόντα από τη Θήβα, Εύβοια, Κόρινθο, και την Πάτρα, συγκεντρώνονταν στη Γλαρέντζα και απ' εκεί διοχετεύονταν στις πόλεις της Ιχαλίας: Βενεχία, Ραγούσα, Αγκώνα, Φλωρενχία, Απουλία, Νεάπολη.
Η Γλαρένχζα διαχηρούσε εμπορικές σχέσεις με την Άκρα, την Κύπρο, την Αλεξάνδρεια και το Δυρράχιο.
Το 1407 η Γλαρέντζα υπέστη το πρώτο σοβαρό πλήγμα, την κατάληψη και λεηλασία της από τov στρατό του Λεονάρδου Τόκκο. Το 1424 η πάλη πολιορκήθηκε από τον Ιωάννη Η' Παλαιολόγο. Ένα χρόνο αργότερα ο Κάρολος Τόκκο αναγκάστηκε να την παραχωρήσει στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο ως προίκα της ανεψιάς του Θεοδώρας, και την πρώτη Μαΐου 1428 ο Γεώργιος Φραντζής την παρέλαβε εν ονόματι του δεσπότη. Στις 17 Ιουλίου 1430 η πόλη κατελήφθη από τους Καταλανούς, που την πούλησαν πάλι στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο λίγους μήνες αργότερα (πριν από τη 10η Φεβρουαρίου 1431). Αμέσως κατόπιν ο δεσπότης γκρέμισε τα τείχη της, για να αποτρέψει νέα κατάληψη της (1430-1431).
Στα 1432 έγινε ανταλλαγή των κτήσεων μεταξύ των δεσποτών: ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος πήρε τα Καλάβρυτα, ενώ η Γλαρέντζα έγινε η έδρα του Θωμά Παλαιολόγου. Τρία χρόνια αργότερα η πόλη είχε ερημώσει, όπως αναφέρει ο Pero Tafur.